Κάρβερ

2025-05-11 00:35

 

Ενώ έπινα τον καπουτσίνο διάβασα δυο διηγήματα του ΚάρΒερ. Ωραία μεν αλλα όχι τα καλύτερα του, σκέφτηκα ότι μπορεί να ήταν από τα πρώτα του ή ίσως απ’ τα τελευταία του, μου φάνηκαν στα όρια του κωμικού, βέβαια πάντα αυτά που λέει είναι πολύ σοβαρά και απλά και γι’ αυτό τρομερά όπως η ζωή, ο θάνατος, οι γονείς, τα παιδιά, το ζευγάρι, αλλά πιο πολύ οι απώλειες. Ναι, καυτά θέματα μαύρα, κατάμαυρα όσον αφορά εμένα και την τωρινή μου κατάσταση

και γι’ αυτό το λόγο κάπως ενοχλήθηκα

από τον ελαφρύ σχεδόν χαζοχαρούμενο τρόπο του Ρέυμοντ, που όμως ότι κι αν κάνει, ότι και αν περιγράφει είναι αψεγάδιαστος, ορίστε τέτοια πραγματάκια θα  μπορούσε να έγραφα κι εγώ - κανένας δεν θα έδινε σημασία - όλοι γράφουν τώρα, μπορεί όχι τόσο γαμάτα, αλλα επειδή δεν μας λένε Ρέυμοντ ΚάρΒερ κανείς δεν δίνει ιδιαίτερη προσοχή σκέφτηκα

και δεν προχώρησα να διαβάσω το τρίτο διήγημα γιατί κατάλαβα πως θα αποθαρρυνόμουνα διέβλεψα ότι αυτό ήταν δυνατό πολύ, μια γροθιά στο στομάχι σίγουρα

και θα έμενα μετά ασάλευτος

απ’ τα τόσα ανακατεμένα συναισθήματα

όπως πάντα όταν διαβάζω τα καλύτερα του

έχω διαβάσει βέβαια όλα τα διηγήματα που έχει γράψει, κάποτε επανέρχομαι και τότε αυτά αρχίζουν να με ξαναθυμούνται, ενώ κοιμόντουσαν μέσα μου, όπως αυτά τα δυο και όπως το τρίτο που δεν διάβασα και έτσι δεν ταράχτηκα, αλλα μόλις αρχίσω να το διαβάζω από τις πρώτες αράδες θα ξεπηδήσει από μέσα μου η πλοκή, το στόρυ δηλαδή, και αυτός ο ίδιος ο ΚάρΒερ ολοζώντανος.

Αυτά αναλογιζόμουνα ενώ έβλεπα την ασάλευτη θάλασσα του Κορινθιακού με έναν αλλόκοτα ομιχλώδες αλλά απαστράπτοντα ορίζοντα

καθώς σουρούπωνε

ο ήλιος κρυμμένος μέσα στην ομίχλη ή την αφρικανική σκόνη ή οτιδήποτε ήταν αυτό. Αλήθεια το θέαμα έμοιαζε με τοπίο ενός φιόρδ του βορρά, στα μάτια μου που είχαν συνηθίσει στο βαθύ μπλε, με ελαφρύ κυματάκι να ρυτιδώνει τη προσφιλή θάλασσα να όμως που τώρα δεν έχει καμία σημασία για μένα το τοπίο, καμμιά απολύτως 

παρά μόνο η κατάσταση των ματιών μου, έλεγα

γιατί συνέχεια βλέπω θαμπάδες, αραχνοειδή σχήματα και κοκκία, είναι αδύνατον να παραβλέψω την χειροτέρευση της όρασης μου από τότε που έπαθα τη διπλωπία και μετά τις αποκολλήσεις υαλώδους, την ρήξη του αμφιβληστροειδούς με το συνακόλουθο χειρουργείο με την κατάσταση να μην βελτιώνεται σημαντικά.

Να λοιπόν ιδιαίτερα τώρα 

νωρίς το  απόγευμα

περιβάλλομαι από αυτό το διάχυτο νορβηγικό φως στο φιόρδ του Κορινθιακού Κόλπου και λόγω της ομίχλης οι αντικρινές οροσειρές της Στερεάς Ελλάδας διακρίνονται τόσο αχνά σαν υποψίες βουνών ενώ μόλις προχθές διαγράφονταν ανάγλυφα με την ασπρίλα των χιονιών στις κορυφές του Παρνασσού και της Γκιώνας. 

Σ’ αυτή την γυάλινη φωτερή θαμπάδα του απογεύματος

νήματα και κοκκία επιπλέουν μπροστά στο οπτικό μου πεδίο

πολύ καθαρά

πολύ ενοχλητικά

αποθαρρυντικά και εκνευριστικά

ναι περισσότερο τώρα παρά προχθές

όταν είχα έλθει εδώ στην παραλία της Πούντας με λιακάδα κι ήταν η καλοκαιρινή αίσθηση τόσο προκλητική που έβαλα το μαγιό μου και σχεδόν βούτηξα, δεν τόλμησα κάτι παραπάνω γιατί το νερό ηταν παγωμένο σαν λιωμένο χιόνι ίσως να ήταν όντως λιωμένο χιόνι του Χελμού.

Έτσι περιορίστηκα στο καπουτσίνο, τα δυο διηγήματα του ΚάρΒερ και την τυρόπιτα φούρνου, όταν έκανε την εμφάνιση του ένα κατάμαυρο γατί επιφυλακτικό και φυσικά πεινασμένο. Και είτε λόγω της αγάπης που έχω για τα αδέσποτα που έχουν ξεμείνει είτε γιατί

η μέρα είχε αυτή την ιδιαίτερη αίσθηση της γαλακτώδους και συνάμα φωτερής ατμόσφαιρας

αμέσως το μαυρογατίσιο με το δικό μου μοναχικό κάρμα, επικοινώνησαν και αποφάσισα να μοιραστώ το κολατσιό μου επιτόπου αμέσως. Δεν είχα υπολογίσει ούτε είχα αντιληφθεί την παρουσία άλλων τριών τεσσάρων ουρών που φυσικά όρμησαν να φάνε και προκειμένου να αποφύγω την επερχόμενη σύγκρουση μοίρασα τη τυρόπιτα όσο πιο δίκαια γίνονταν, στο κάτω κάτω υπάρχει και η μπουγάτσα σκέφτηκα

κι όλο αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να εγκατασταθούν τα ζωάκια σε απόσταση ασφαλείας από το καρεκλάκι μου και ήσυχα πλέον με άφησαν να ρεμβάζω, να σκέπτομαι και βασικά να κάνω αυτό που ξέρω καλύτερα

να χαζεύω

να χαζεύω την ασάλευτη μολυβένια θάλασσα

να παρατηρώ όλο και πιο ενδελεχώς τα επιπλέοντα σκουπίδια στο οπτικό μου πεδίο πότε κλείνοντας το ένα μάτι πότε το άλλο

μετα ανοιχτά και τα δυο και ξανά το ίδιο

τότε παρατήρησα  στην απόλυτη ερημιά και ησυχία της παραλίας δυο μαυράδια στα αριστερά μου και αντιλήφθηκα

χωρίς να είμαι απόλυτα σίγουρος

πως επρόκειτο για καρεκλάκια θαλάσσης, με δυο ανθρώπους τοποθετημένους πολύ κοντά στο γιαλό ενώ εγώ είχα ξεδιπλώσει το καρεκλάκι μου πιο πίσω, κοντά στο δρόμο μπροστά από το αυτοκίνητο κάτω από ένα αρμυρίκι, ένα αυτοκίνητο στέισον ηταν παρκαρισμένο αριστερά μου πίσω από το ζεύγος αρκετά μέτρα από την άσφαλτο. Αποθαρρημένος σκέφτηκα πως αν είχα πλήρη όραση με τη μια θα διέκρινα τους ανθρώπους, θα καταλάβαινα αν ηταν άνδρας και γυναίκα που ηταν το πιθανότερο, αν ηταν νέοι ή γέροι και θα είχα μια ιδέα του τι έκαναν, μπορεί να έτρωγαν κάτι και να μιλούσαν ή να είχαν γείρει ο ένας πάνω στην άλλη

και να φιλιόντουσαν στο στόμα

ενώ γύρω έσφυζε από θαμπό φως η σιωπή

και η ερημιά της άλλοτε πολύβουης Πούντας, που τώρα είναι τόσο ήσυχα φιλική και κάτω απ’ αυτές τις ιδιάζουσες καιρικές συνθήκες

αριστοκρατική έτσι σκέφτηκα

και παραξενεύτηκα και εγώ ο ίδιος πως μου ήρθε αυτό αλλά έτσι κι αλλιώς μόλις ξεχώριζα δυο ανθρώπους καθισμένους

 ούτε που άκουσα να παρκάρουν απλά ξεφύτρωσαν εκεί πέρα δίπλα στο κύμα.

 

Κ.Β. 14/3/2025