Τα μάτια τους είναι ανοιχτά. Τα μάτια τους είναι σφαλιστά, σφιχτά. Καίνε από το βούρκωμα. Αχνίζει μπρος στα πεδία της όρασης τους. Κάθε νύχτα κλαίνε. Και τη μέρα είναι υγρά, έτοιμα να κλάψουν. Γύρω τους, είναι σκοτεινά όλη μέρα.
Μάτια γραμμένα με αισθήματα και νοσταλγία. Μάτια χαρακωμένα από ρυτίδες που κάθε μια τους είναι ιστορία.
Δεν υπάρχουν κακές, άσχημες ρυτίδες, γύρω από τα σκιαγμένα μάτια.
Όλες οι ρυτίδες ειναι ευγενείς από μόνες τους, αυθύπαρκτες, μιλούν και ανήκουν στα μάτια.
Αδυσώπητος κόσμος, αδηφάγα μάτια!
9.03.2012
Είμαι ένας αδύναμος άνθρωπος.
Πολλοί το έχουν καταλάβει, με το καιρό, εγώ το ήξερα από νωρίς. Λένε, να ένας καλός άνθρωπος. Όμως κάνουν λάθος, αστοχούν . είμαι ένας κακός άνθρωπος. Είμαι διαφθαρμένος. Η αδυναμία μου , αυτή είναι αρρώστια μου με έχει διαφθείρει. Ένας αδύναμος, ένας ανήμπορος άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να είναι καλός, όσο και αν το επιθυμεί η το επιδιώκει, συνειδητά η ασυνείδητα. Στη περίπτωση μου, και επιθυμώ και επιδιώκω., συνειδητά και ασυνείδητα. Πάντα στο τέλος όμως επονείδιστο αποτέλεσμα και με κόστος για μένα. Ναι δείχνω καλός, όμως όχι από φυσική κλίση, αλλά από έλλειψη σθένους.
Έτσι γίνομαι εν τέλει αποδεκτός, αρεστός.
Ένας άρρωστος, ιδιαίτερα ο ψυχικά άρρωστος δεν μπορεί να είναι υγιής και αυτή του τη αδυναμία πρέπει να τη κρύβει διαρκώς! Η αρρώστια του τον κατατρώγει και τελικά γίνεται ένας εξουθενωμένος, τόσο μέσα του όσο και στην εξωτερική του κατάσταση.
Η αδυναμία ως αρρώστια και η αρρώστια ως αδυναμία, το κλισέ με την κότα και το αυγό. Αμπελοφιλοσοφίες ενός γέρου, δηλ μεσήλικα, είμαι 55 χρονών, αλλά αυτό δεν λέει τίποτα.
Μου λένε , δείχνω νεότερος από 50. υγιής σχεδόν εύρωστος. Αν, λένε, ήσουν και λιγότερο κατηφής και γκρινιάρης θα ήσουν υπέροχος!
Εγώ βέβαια τότε, κουνώ το κεφάλι, μερικές φόρες γελώ πρόσχαρα, σχεδόν τους συγχαίρω για για τη χάρη που μου κάνουν να με κριτικάρουν τόσο επιεικώς.
Στο κάτω κάτω είναι ο καλύτερος τρόπος να τους δείξω ότι δεν είμαι γκρινιάρης και τόσο απελπιστικά σοβαρός.
Τι να γίνει, λέω, είμαι από αυτούς που έμαθαν να βλέπουν τα ποτήρια τους μισοάδεια, όχι μισογεμάτα…
Με κάτι τέτοια, κοινότυπα, οι άλλοι χαλαρώνουν και αλλάζουν κουβέντα και στόχο.
Ο κατηφής, ο καταθλιπτικός, ο πάντα δυσαρεστημένος, ακριβώς όπως το εννοούν, ο γκρινιάρης, ορίστε, τώρα, προσηνής, σχεδόν πρόσχαρος, ακολουθεί το κουβεντολόι της παρέας, παραδέχεται με συγκατάβαση την κατανοητή – όλοι έχουμε τα προβλήματα μας, τον τρόπο μας, κλπ- κάπως αντικοινωνική συμπεριφορά του.
Αν χρειαστεί γίνομαι «επικοινωνιακός», είμαι στο «εδώ και τώρα» όπως λένε οι ψυχολόγοι που βόσκουν στα διπλανά σαλόνια στα ένθετα των εφημερίδων με τους αστρολόγους. Μα , φυσικά όλοι το ξέρουν πια ότι, η λεγόμενη «κοινωνικοποίηση», η «επικοινωνία», είναι το ιδεώδες αντίδοτο για τη κατήφεια.
Είμαι, τελικά, ένας κακός, αδύναμος άνθρωπος.
SonN