ΜΟΝΟ ΤΟ ΣΩΜΑ
Μέσα σε κτήρια βομβαρδισμένα, σε χαλάσματα
στεγάσαμε τον έρωτα στα χρόνια της χολέρας
από παντού έπαιρνε μάτι ο θάνατος
ρουφούσαν τη μυρωδιά του τα ρουθούνια μας
ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών
μας είχανε στο έλεός του εγκαταλείψει
κι ο Παντοδύναμος απέστρεφε το βλέμμα του
Μόνο το σώμα μπορούσε ακόμη να ψελλίζει
με ιερά ανακραυγάσματα σε σκοτεινές γωνιές
και οι συνήθειες που κάναν τη δουλειά τους
για να κυλάει σπρώχνοντας η κάθε μέρα
ό,τι αφήναμε πίσω μας, τρύπωνε στα όνειρα
με το που κλείνανε τα μάτια για τον ύπνο
επέστρεφε σα νοσταλγία του θανάτου μας
Μέσα σε κτήρια βομβαρδισμένα, σε χαλάσματα
στεγάσαμε το πόθο για ζωή, απελπισμένοι.
Γιώργος Ευσταθίου,
από τη συλλογή ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ
12.1.2014
=================================================================================
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΕΚΔΡΟΜΗΣ
Καθώς κυλούσε το αυτοκίνητο
μας προσπερνούσαν τα τοπία
τα δέντρα λες και πίσω τους μας άφηναν
στη φευγαλέα, τη μικρή μας ουτοπία
λουσμένα φώς οι λόφοι κι οι πλαγιές
και μου ζητούσες λίγο ακόμα να το τρέξω
`Ανοιξη ήταν, πως ν’ αντέξω τόσο φως
να πέφτει επάνω σου και γύρω σου και έξω.
Γερμένος στο παράθυρο κοιμήθηκες
στο τζάμι ακουμπόντας κουρασμένος
νανούρισμα το λίκνισμα στην άσφαλτο
μα κάπως έμοιαζες και λίγο θυμωμένος
έτσι αιφνίδια στην άκρη σου τραβήχτηκες
κι από τον κόσμο σιωπηλά εβγήκες έξω
κλεισμένα τα βαριά σου τα ματόφυλλα
μονάχος πες μου εγώ, με ποιον θα παίξω;
Τα χέρια ακουμπισμένα τρυφερά
το ένα έλεγες πως σκέπαζε τό άλλο
σα δυο κουτάβια μόνα κι ορφανά
που σάστισαν στο κόσμο το μεγάλο.
Υ.Γ.
Κι εγώ που έφτασα να ζω τυφλός
παρά για σένα ν’ αμφιβάλλω
τώρα το πίσω κάνω εμπρός
και φεύγω οριστικά το δίχως άλλο!
Γιώργος Ευσταθίου
15.1.2014