ΝΤΟΝΑΤΕΛΑ
Να ένα γοβάκι! Κι` άλλο ένα! Στο πίσω μέρος του πέλματος του πρώτου, έχει αρχίσει να ξεκολλάει μια μικρή φλοίδα στο πατάκι, στο μέρος όπου τρίβεται η φτέρνα. Δηλαδή δεν είναι γοβάκι, είναι κάτι σαν τσόκαρο- σαγιονάρα, με πάνινους ιμάντες, διχάλα. Το νούμερο? Κατά προσέγγιση 37, μπορεί και 38. Η γυναίκα που το φορεί είναι μετρίου αναστήματος όμως η πατούσα της δεν είναι λεπτοκαμωμένη. Είναι μια νέα γυναίκα με μαύρα μαλλιά και κοφτερή κίνηση. Πάντα κατευθύνεται με σαφήνεια και ταχύτητα που όμως δεν υποδηλώνει βιασύνη προς όπου έχει σκοπό να πάει. Δεν χαζεύει, δεν αιωρείται.
Όπως εγώ, ας πούμε.
Εγώ φορώ νούμερο 41. Αλλά στα πέδιλα, αθλητικά και σαγιονάρες βάζω 42, πάντα ένα νούμερο παραπάνω.
Η νεαρή γειτόνισσα μου, σηκώνεται ξημερώματα και κατεβαίνει στη έρημη παραλία, ακριβώς κάτω από τα δωμάτια μας. Κάνει γιόγκα με ένα γκρουπ συμπατριωτών της. Γάλλοι. Όταν τελειώσει η ομαδική γιόγκα σκορπίζουν ενώ αυτή βουτά, γυμνόστηθη και αρχίζει να κολυμπάει. Ύπτιο, για πολύ ώρα από τη μια ως την άλλη άκρη του κολπίσκου του Κλεισιδιού. Έχει ωραίο στήθος και καθώς σκίζει το νερό και ο πρωινός ήλιος λαμπυρίζει τις σταγόνες φαίνονται όρθιες οι ρώγες της.
Εγώ προτιμώ το ελεύθερο και το πρόσθιο, το ύπτιο με κουράζει. Αν αφεθώ πάω τελείως στραβά. Αν κάποιος με παρακολουθεί (πάντα σκέπτομαι ότι κάποιος η κάποιο μάτι με παρατηρεί) φοβάμαι ότι θα γίνω ρεζίλι. Αυτό με αγχώνει, τότε διπλασιάζω την προσοχή μου και για αυτό κουράζομαι εύκολα στο ύπτιο.
Το ένα χέρι μου είναι πιο δυνατό κουπί από το άλλο του οποίου η κίνηση είναι λιγότερο σαφής και πλήρης από το άλλο, το δυνατό. Έτσι είμαι σε όλα. Η μια μου πλευρά τραβά πιο καλά από την άλλη, που είναι πιο δύσκαμπτη. Από δω πονώ πάντα πιο πολύ από εκεί… Το ένα πόδι είναι πιο σταθερό από το άλλο. Η ισορροπία μου είναι κακή, συχνά σκοντάφτω. Σαν κάποιος να με σπρώχνει. Είναι φoρές που μου φαίνεται ότι ένα αόρατο χέρι έχει δέσει τα κορδόνια των παπουτσιών μου μεταξύ τους, έτσι για πλάκα.
Η γειτόνισσα μου έχει γερά πόδια, γερό σώμα. Έχει ένα δυνατό κορμό και κίνηση σαν ελαφρύ, ταχύ πλεούμενο που σκίζει μια μετρίως ταραγμένη θάλασσα..
Εμένα με πιάνει πόνος στη μέση όταν περπατήσω με δύναμη και για κάμποσο. Γι` αυτό ασυνείδητα σφίγγομαι με αποτέλεσμα να με πιάνει πόνος πιο γρήγορα από αν πεζοπορούσα χαλαρός. Αλλά ο πόνος φοβίζει, ακόμα και αν είναι ένας πιστός σύντροφος που τον έχουμε αποδεχτεί ή μάλλον γι αυτόν ακριβώς το λόγο. Έτσι είμαι πάντα σφιγμένος ακόμα και αν δεν χρειάζεται. Ακόμα και αν λόγου χάριν, κάθομαι και γράφω στη βεράντα πάνω από μια γαλανή θάλασσα, ενώ η γειτόνισσα του διπλανού δωματίου, πεζοπορεί, κολυμπά η κάνει τις ασκήσεις γιογκας.
Τότε συνειδητοποιώ ότι μάλλον καταθλίβω τον εαυτό μου που υποτίθεται τον έχω φέρει εδώ για διακοπή. Τότε σταματώ, σηκώνω το κεφάλι μου, «αρκετά» λέω, «ας πάω, για μπάνιο». Και κλείνω το τετράδιο.
Κ.Β.12.06.2014